«Η κυβέρνηση επιδιώκει τη γενικευμένη υποβάθμιση των μισθών και των εργασιακών δικαιωμάτων», τόνισε η Έφη Αχτσιόγλου, βουλευτής Επικρατείας και τομεάρχης Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ, μιλώντας στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, στη συζήτηση του νομοσχεδίου για τη ΔΕΗ.
Η κ. Αχτσιόγλου σημείωσε ότι με το νομοσχέδιο «γίνεται ευθεία νομοθετική παρέμβαση στην ισχύουσα επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας, η οποία ισχύει μέχρι το 2021. Η κυβέρνηση παρεμβαίνει αντισυνταγματικά στο περιεχόμενο της σύμβασης και ορίζει ότι αυτή η συλλογική σύμβαση δεν θα ισχύει για κανέναν εργαζόμενο ο οποίος θα προσληφθεί από τώρα και στο μέλλον».
Δημιουργούνται, πρόσθεσε, «εργαζόμενοι δύο ταχυτήτων, με τους παλιούς να έχουν καλύτερους μισθούς και όρους εργασίας και τους νέους με χειρότερους μισθούς και όρους εργασίας, οι οποίοι θα πέσουν στον κατώτατο μισθό, χωρίς επιδόματα και δικαιώματα που προβλέπει η συλλογική σύμβαση. Αυτό αποστρέφεται κάθε έννοια ισότητας. Η απλή αρχή της ίσης αμοιβής για ίση εργασία καταλύεται απροκάλυπτα».
Επιβεβαιώνεται, υπογράμμισε η κ. Αχτσιόγλου ότι «σκοπός της κυβέρνησης είναι η γενικευμένη μείωση των μισθών και η συρρίκνωση των εργασιακών δικαιωμάτων. Λίγο μετά την ψήφιση του αναπτυξιακού νόμου και το χτύπημα των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας στο όνομα των επιχειρησιακών, η κυβέρνηση αποδεικνύει ότι μία επιχειρησιακή σύμβαση είναι αποδεκτή μόνο αν μειώνει μισθούς και αν αυτό δεν γίνεται παρεμβαίνει η ίδια με νόμο και το κάνει».
Η κ. Αχτσιόγλου επισήμανε, τέλος, ότι «με την παράκαμψη του ΑΣΕΠ έχουμε απόλυτη αδιαφάνεια στις νέες προσλήψεις στη ΔΕΗ, έχουμε αποστροφή της προστασίας του δημοσίου συμφέροντος και έναν ανοιχτό διάδρομο για ρουσφετολογικές προσλήψεις», ενώ σημείωσε ότι είναι «υποκριτικοί οι ισχυρισμοί της κυβέρνησης περί μονιμότητας στη ΔΕΗ, η μονιμότητα έχει καταργηθεί από το 2012».